Δημόσιο λιμάνι χωρίς κομματικό έλεγχο

Μ. Τρεμόπουλος: Επιβαρύνεται η πόλη από τα χύδην φορτία

Την ανάγκη να υπάρξει δημόσιος και κοινωνικός έλεγχος του λιμανιού της Θεσσαλονίκης αλλά και αντιμετώπιση της επιβάρυνσης της πόλης από τη διακίνηση υλικών που την επιβαρύνουν με επικίνδυνα μικροσωματίδια αλλά και τοξικών αποβλήτων, τονίζει ο περιφερειακός σύμβουλος Μιχάλης Τρεμόπουλος.

Οι δηλώσεις έγιναν με αφορμή συνάντηση του υποψήφιου Περιφερειάρχη Κ. Μακεδονίας και κλιμακίου της αυτοδιοικητικής κίνησης Οικολογία-Αλληλεγγύη με εκπροσώπους των εργαζόμενων στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης την Παρασκευή 28/2. Από την πλευρά των εργαζομένων συμμετείχαν η Φανή Γουργούρη, ΓΓ της Ομοσπονδίας Λιμένων Ελλάδας, ο Λάζαρος Τανταλίδης, πρόεδρος του Σωματείου Χειριστών Οδηγών Μηχανημάτων, ο Γιώργος Γιάννης, πρόεδρος του Συλλόγου Τεχνικών Υπαλλήλων του ΟΛΘ κ.α. Από την πλευρά των οικολόγων συμμετείχαν οι Γιώργος Μπλιώνης, Θανάσης Μακρής και Ιουλία Παπαδοπούλου.

Υπήρξε σύμπτωση απόψεων για το ότι η εξπρές “πώληση” του Ο.Λ.Θ. ΑΕ, με τη διάθεση της πλειοψηφίας ή και όλου του μετοχικού κεφαλαίου σημαίνει ότι δεν ιδιωτικοποιείται μόνο η λειτουργία αλλά εκχωρείται και η λιμενική αρχή, δηλ. ο επιτελικός αναπτυξιακός σχεδιασμός καθώς και ο ρυθμιστικός – ελεγκτικός ρόλος του σε θέματα ανταγωνισμού, προστασίας περιβάλλοντος και αειφόρου ανάπτυξης, ασφάλειας και συνεργειών με τις συνδεδεμένες πόλεις. Η Οικολογία Αλληλεγγύη και σε παλιότερες τοποθετήσεις της είχε ταχθεί εναντίον της εκχώρησης της λιμενικής αρχής, ενώ θα μπορούσε να συζητηθεί το θέμα της ιδιωτικοποίησης κάποιων τομέων της λειτουργίας του λιμανιού. Ιδιαίτερα η διαχείριση του Κόλπου της Θεσσαλονίκης, που αποτελεί σημαντικό τόπο αναπαραγωγής μυδιών και άλλων θαλάσσιων οργανισμών αλλά και της παράκτιας ζώνης, δεν μπορεί να αφεθεί έρμαιο των επιχειρηματικών συμφερόντων τύπου COSCO.

Επίσης, τονίστηκε η αναγκαιότητα του καλύτερου ελέγχου και από τις υπηρεσίες της Περιφέρειας Κ. Μακεδονίας για τα απόβλητα και τις επικίνδυνες ουσίες που διακινούνται, όπως έδειξε και το πρόσφατο ατύχημα με φορτίο της εταιρείας Ελληνικός Χρυσός, αλλά και για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την ανοικτή διακίνηση υλικών, όπως λιθάνθρακας, νικέλιο και μαγγάνιο, για τα οποία πρέπει να μετρηθεί πόσο επιβαρύνουν την ατμόσφαιρα της Θεσσαλονίκης με επικίνδυνα μικροσωματίδια.

Τέλος, έγινε ενδιαφέρουσα συζήτηση για τις δυνατότητες αποδοτικότερης οικονομικής λειτουργίας του λιμανιού, με ξεπάγωμα κονδυλίων που λιμνάζουν και έργων που είχαν προγραμματιστεί να γίνουν, αντιμετώπιση του ασφυκτικού εναγκαλισμού του κράτους και εμπλοκή φορέων της αυτοδιοίκησης σε ένα μελλοντικό άνοιγμα της διοίκησης σε κοινωνικούς φορείς της πόλης, κατά το παράδειγμα και του λιμανιού της Βαρκελώνης. Αναφέρθηκε ότι το 90% των ευρωπαϊκών λιμανιών διαχειρίζονται σήμερα από δημόσιο φορέα, 7% από αυστηρά κρατικό φορέα και μόνο 3% από ιδιωτικό φορέα. Άλλωστε, στη Μ. Βρετανία που ακολούθησε πιο πιστά το μοντέλο των ιδιωτικοποιήσεων, παρατηρείται μια σοβαρή μεταστροφή προς το δημόσιο τομέα, μετά τα πολλαπλά προβλήματα που προέκυψαν, όπως π.χ. στο λιμάνι του Λίβερπουλ.

«Το λμάνι απαξιώνεται για να πουληθεί ενώ θα μπορούσε να αναπτυχθεί με αξιοποίηση όλων των ζωντανών δυνάμεων της Θεσσαλονίκης», δήλωσε ο Μ. Τρεμόπουλος. «Συζητήσαμε με τους εργαζόμενους στο λιμάνι όλα τα ζητήματα που κρατούνται μακρυά από τη δημόσια σφαίρα, όπως του πόσο συμφέρουσα για την πόλη και την εθνική οικονομία θα είναι μια πιθανή πώληση ολόκληρου του πακέτου του ΟΛΘ, του πως θα αντιμετωπιστούν σοβαρά ζητήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης του κόλπου της Θεσσαλονίκης αλλά και της επιβάρυνσης της ατμόσφαιρας από τα χύδην φορτία διαφόρων μεταλλευμάτων, αλλά και από τοξικά φορτία επικίνδυνων μεταλλευτικών δραστηριοτήτων εξόρυξης χρυσού, του καλύτερου τρόπου διοίκησης και διαχείρισης του λιμανιού, τις μελλοντικές προοπτικές του. Θέσαμε ήδη στο Περιφερειακό Συμβούλιο για συζήτηση τα πολύ σημαντικά ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη διαχείριση και πιθανή πώληση του λιμανιού και ο Περιφερειάρχης δεσμεύτηκε γι’ αυτό».